Η πρώτη έξοδος για φαγητό, μετά από 3 1/2 μήνες. Στο αγαπημένο μου εστιατόριο. Η μέρα ηλιόλουστη. Οι αποστάσεις στον χώρο τηρούνται. Κόσμος μετρημένος. Τα παράθυρα/πόρτες ορθάνοιχτα για όσους κάθονται μέσα. Οι σερβιτόροι όλοι φορούν μάσκα. Κάθομαι στον κήπο. Δίπλα μου βάζω το αντισηπτικό.
Χαιρετιόμαστε με τον σερβιτόρο μετά από τόσο καιρό.
– “Σήμερα θα πάρω τον ψητό σολομό με την ωραία του σάλτσα, με λαχανικά στον ατμό και με βραστές πατάτες. Και θα πιω ένα chardonnay”, του λέω.- “Avec plaisir” μου λέει και φεύγει.
Όμως για να ολοκληρωθεί ένα ωραίο γεύμα χρειάζεται και το απαραίτητο επιδόρπιο. Και το παραγγέλνω.
Και μόλις έρχεται το ωραίο και περιποιημένο γλυκό – πανακότα με σως φράουλας – πέφτω με τα μούτρα. Μμμμμ, ποίημα! Γλύφομαι και ξεροφλύφομαι σε κάθε κουταλιά. Στο τέλος, ακούω τον ηλικιωμένο κομψό κύριο από το διπλανό τραπέζι, που μάλλον μετρούσε τις μπουκιές μου, να μου λέει:
– “Βλέπω σας άρεσε πολύ. Το τιμήσατε!” – “Αν δεν ντρεπόμουν, θα μάζευα με το δάχτυλο ό,τι έχει απομείνει, σαν τα παιδάκια”, του λέω γελώντας.- “Να μην ντρέπεστε καθόλου!”, μου απαντάει χαμογελαστά η επίσης κομψή σύζυγός του.- “Παρεμπιπτόντως, σας το προτείνω ως επιδόρπιο για την επόμενη φορά, είναι πεντανόστιμο”, της λέω.- “Θα το δοκιμάσω σίγουρα”, μου απαντά και επιστρέφει πάλι στη συζήτηση με τον σύζυγό της.
Ήπια τον καφέ μου, πλήρωσα και αναχώρησα. Πολύ το ευχαριστήθηκα, παρά πολύ, μετά από τόσο καιρό!

