Το μεσημέρι βγήκα για τη συνηθισμένη μου βόλτα. Περπάτημα και απορρόφηση βιταμίνης D κάτω από τον ήλιο. Αποφεύγω τα γυαλιά για να ευχαριστιούνται τις αχτίδες τα ματιά. Κι ας σουφρώνω συνέχεια το μέτωπο για να βλέπω. Κι ας γίνεται η ρυτίδα έκφρασης σαν τη χαρακιά στο φουστάνι που φορούσε η Χρονοπούλου στην ταινία “μια κυρία στα μπουζούκια”.
Γυρνώντας, πέρασα δίπλα από τη λίμνη. Ένας σκύλος έτρεχε στο γρασίδι και γαύγιζε στα παπιά που κολυμπούσαν. Τελικά, πήρε απόφαση και βούτηξε κι αυτός στη λίμνη. Η ιδιοκτήτρια του του πέταξε ένα ξύλο, αυτός το έπιασε και βγήκε πάλι στην όχθη. Στο πεζοδρόμιο 4-5 άτομα είχαν σταματήσει και τον κοίταγαν. Αφού βγήκε, τινάχτηκε, ξαναπήρε το ξύλο και άρχισε πάλι να τρέχει, αυτή τη φορά προς την άλλη πλευρά. Οι πεζοί συνέχισαν κι αυτοί τον δρόμο τους. Πέρασα απέναντι, συνεχίζοντας το περπάτημα προς το σπίτι, χαζεύοντας ταυτόχρονα τα γειτονικά σπίτια. Στην αυλή του ενός πρόσεξα ότι είχε ήδη μεγαλώσει το κίτρινο δέντρο που λέγεται “golden rain”, χρυσή βροχή, ενώ στο διπλανό η καγκελόπορτα είχε “σκεπαστεί” με τα άσπρα ανθάκια του αναρρηχόμενου φυτού.