Η Δανάη και η “πονεμένη” ιστορία της…

danaeJohn William Waterhouse
“Βοηθήστε με, καλοί μου άνθρωποι, είμαι μια φτωχή και κατατρεγμένη. Ένας αλήτης άντρας με ατίμασε και με παράτησε με ένα μωρό στην αγκαλιά. Κακούργα κενωνία!”

Η Δανάη, που λέτε, ήταν μοναχοκόρη του Ακρισίου, βασιλιά του Άργους, και της Ευρυδίκης, κόρης του Λακεδαίμονα. Ήταν αγαθιάρα και κακομαθημένη και τους έπρηζε το συκώτι. Γι’αυτό την είχαν ταμένη στον Όσιο Παΐσιο και έψαχναν να της βρουν έναν πλούσιο γαμπρό να την ξεφορτωθούν, αλλά ο ένας της ξύνιζε κι ο άλλος της βρώμαγε.

Κάποια μέρα, εκεί που πήγαινε για πρέφα και ουζάκι στο καφενείο, ο βασιλιάς Ακρίσιος έλαβε από τον ταχυδρόμο ένα γράμμα. Περίεργος, γιατί δεν περίμενε κάτι, το άνοιξε. Ήταν ένας χρησμός, που έγραφε ότι κάποια στιγμή, στο μέλλον, θα τον σκότωνε ο εγγονός του. “Α, τον αλητήριο, ακόμη δεν γεννήθηκε και άρχισε να δείχνει τον εγκληματικό του χαρακτήρα, αλλά θα του δείξω εγώ”, μονολογησε και επέστρεψε σπίτι.

  • “Ευριδίιιικηηη!! Δανάααααηηηη!! Τσακιστείτε και ελάτε εδώ γρήγορα!”, φώναξε από το καθιστικό.
  • “Τί έγινε, καλέ, γιατί στριγγλιάζεις λες και σε πνίγουν; ” τον ρώτησε η γυναίκα του νευριασμένη κατεβαίνοντας με φούρια τη σκάλα, έχοντας αφήσει στη μέση τη μπουγάδα. Ξωπίσω της ερχόταν και η Δανάη.
  • “Έλα, έλα να ακούσεις. Μόλις πήρα γράμμα, με την ανακοίνωση ότι αυτή η ακαμάτρα η κόρη σου, θα γεννήσει, λέει, στο μέλλον έναν κοπρίτη που θα με σκοτώσει! Κατάλαβες;;!! Κάνε παιδιά να δεις καλό! Γι’ αυτό, ετοίμασε τα μπογαλάκια της, δώστης και μια Φιλιπιννέζα μαζί της να της μαγειρεύει και γραμμή για το υποστατικό. Εκεί θα μείνει κλειδωμένη, στο υπόγειο, έχω βάλει και μεταλλικές πλάκες στους τοίχους να είμαι ήσυχος. Να μην την δει ούτε αρσενική μύγα!”

Τί να κάνουν μάνα και κόρη, ετοίμασαν τα πράγματα, πήραν την Γιαν Τσεν μαζί και γραμμή για το υποστατικό. Η Δανάη έβριζε θεούς και δαίμονες για την κακή της τύχη. Όχι τίποτε, αλλά θα έχανε και τις συνέχειες από τα νέα επεισόδια του Games of the throne και είχε λυσσάξει. “Αει σιχτίρ, πια, με τον κάθε αλμπάνη και την κάθε καφετζού, που βγάζουν ένα χρησμό με ό,τι παλαβομάρα τους έρθει στο κεφάλι, την πασάρουν σε χάνους σαν τον πατέρα μου και στο τέλος την πληρώνω εγώ!” σκύλιαζε από μέσα της η Δανάη.

Ο καιρός περνούσε, και η Δανάη γινόταν Τούρκος από το κακό της, κλεισμένη εκεί μέσα. Κάποια μέρα περνούσε έξω από το υποστατικό ο ερωτύλος ο Δίας. Έριξε μια ματιά με το διεισδυτικό του βλέμμα μέσα στο κτίριο, είδε τη Δανάη και την ερωτεύτηκε σφόδρα.

  • “Πω πω, τί κορίτσαρος είναι αυτός;” μονολόγησε και άρχισε να σκέφτεται πώς την πλησιάσει. Έσπαγε το κεφάλι του, ώσπου του ήρθε η φαεινή ιδέα να μεταμορφωθεί σε χρυσή βροχή και να εισχωρήσει από μία χαραμάδα, στο υποστατικό που ήταν φυλακισμένη.

Κι έτσι ένα βράδυ, χωρίς φεγγάρι, που έβρεχε μονότονα, μπούκαρε από τη χαραμάδα στο δωμάτιο της Δανάης κι έγινε το έλα να δεις! Σόδομα και Γόμορα! Και έτσι η αγαθιάρα Δαναΐτσα κατέστη έγκυος και μετά από εννιά μήνες γέννησε τον Περσέα. Άρχισε να του πλέκει ζιπουνάκια, καλτσάκια, σκουφιά, του μάθαινε δημοτικά τραγούδια και του έλεγε ιστορίες με τα στρουμφάκια, τον Κλούβιο την Σουβλίτσα και τον μπάρμπα-Μητούση.

Ένα πρωί που ο Ακρίσιος είχε πάει στο κτήμα του υποστατικού για να μαζέψει φασολάκια και ντομάτες, άκουσε το κλάμα του παιδιού και έμαθε για τη γέννηση του εγγονού του. Γυαλισε το μάτι του! Μπαίνει μέσα στο χώρο που ήταν η Δανάη και την ξεμάλλιασε!

  • “Μωρή, πως έγινε αυτό; Ποιος επαφές εδώ μέσα και από πού;!!”
  • “Καλέ μπαμπά, δεν έβαλα κανένα μέσα, μα την Παναγία! Αυτός ο αλήτης ο Δίας μεταμορφώθηκε σε χρυσή βροχή και μπήκε από την χαραμαδα. Ε, κορίτσι είμαι κι εγώ τί να έκανα!”, κλαψούριζε η Δανάη.

Έλα, όμως, που ο γερο-Ακρίσιος δεν πίστεψε την ιστορία με τον Δία. Κι έτσι όπως ήταν φουρκισμένος σκότωσε την Φιλιπιννέζα Γιαν Τσεν, κλείδωσε τη Δανάη και τον μικρό Περσέα σε ένα μπαούλο και τους έριξε στη θάλασσα.

Το μπαούλο ξεβράστηκε στη Σέριφο, σε μια απόμερη παραλία, έξω από την καλύβα του μπαρμπα-Δίκτυ του ψαρά, ο οποίος το μάζεψε όπου και το μάζεψε και το μετέφερε στον αδελφό του, τον βασιλιά Πολυδέκτη, σώζοντας έτσι τη ζωή μητέρας και γιου.

Ο Πολυδέκτης τους περιποιούνταν σα να ήταν συγγενείς του και ερωτεύτηκε κι αυτός την Δανάη (ε, ρε πέραση η αγαθιάρα, όμως, στα αρσενικά της εποχής της!). Αυτή όμως δεν τον ήθελε.

  • “Άκου Πολυδέκτη, εγώ είμαι μια μάνα αφοσίωση στον γιο της και μόνο. Τέρμα. Μην μου ξαναπείς γι’αγάπες γιατί παίρνω το δισάκι μου και την κάνω με ελαφρά πηδηματάκια”, του δήλωσε εκείνη και έτσι έφαγε μια ωραιότατη χυλόπιτα ο βασιλιάς που την φύσαγε και δεν κρύωνε.

Θεωρώντας τον Περσέα, ως υπεύθυνο που δεν του κάθονταν η Δανάη,  τού ανέθεσε μια μέρα το φόνο της θνητής Γοργόνας, Μέδουσας, βέβαιος ότι θα σκοτωνόταν.

Ο Περσέας όμως, που είχε μεγαλώσει και ανδρωθεί δίπλα στον Δίκτυ τον ψαρά, που του είχε μάθει διάφορα κόλπα, ζήτησε και έλαβε βοήθεια από τους θεούς, κατάφερε και αποκεφάλισε τη Μέδουσα και παίρνοντας το κεφάλι της μαζί του, σε ένα σάκο, γύρισε θριαμβευτής πίσω.

Βρήκε, όμως,  τη μητέρα του ικέτιδα σε ναό, μαζί με τον Δίκτυ (με τον οποίο τα είχε ψήσει στο μεταξύ), γιατί τους καταδίωκε ο Πολυδέκτης, που δεν έλεγε να χωνέψει με τίποτε το ότι η Δανάη είχε προτιμήσει τον ψαρά τον μπρατσαρά που βρώμαγε γαύρους αντί γι’αυτόν που ήταν κοτζάμ βασιλιάς!

Όταν είδε τί γινόταν,  ο Περσέας έστρεψε το κεφάλι της Μέδουσας προς τον Πολυδέκτη, μετατρέποντάς τον σε πέτρα, άσπρη ξέξασπρη κι απ’τον ήλιο ξεξασπρότερη και κατέστησε τον Δίκτυ βασιλιά της Σερίφου, έναν άνθρωπο του λαού, που ήξερε τί θα πει μόχθος και μεροκάματο (φήμες λένε, ότι η ιστορία του Δίκτυ ενέπνευσε πολλές δραματικές ταινίες που γυρίστηκαν στην δεκαετία του 60 και μάλιστα σε κάποιες από αυτές έπαιξαν και οι απόγονοι του).

Αφού, λοιπόν, έκανε τον Δίκτυ βασιλιά, ο Περσέας είπε στη μάνα του:

  • “Άκου μάνα, εγώ θα φύγω, θα γυρίσω στην πατρίδα μας, το Αργος”.
  • “Ζακέτα να πάρεις”, του είπε η Δανάη κι αφού τον σταυρωσε τρις του έδωσε την ευχή της.
  • “Εσύ μάνα τί θα κάνεις;”, ρώτησε ο Περσέας.
  • “Τί να κάνω, παιδί μου; Τώρα που ο Δίκτυς έγινε μεγάλος και τρανός μου είπε ότι πρέπει να παντρευτεί νεώτερη και θέλει να το διαλύσουμε. Οπότε θα νοικιάσω ένα στούντιο να μείνω και θα ψάξω να βρω καμιά δουλειά στο εργοστάσιο στο διπλανό χωριό”.
  • “Όχι, μάνα, θα έρθεις μαζί μου στην πατρίδα και θα σου βρω εκεί έναν καλό άντρα να σε παντρέψω για να πάρω κι εγώ σειρά, γιατί η Λενιώ με περιμένει τόσον καιρό να της βάλω στεφάνι!”, είπε ο Περσέας και ξεκίνησε να ετοιμάζει τα μπογαλάκια τους.

Αυτή είναι η ελληνική (πειραγμένη) παράδοση.

Σύμφωνα με τη ρωμαϊκη τώρα παράδοση, η Δανάη, αποφάσισε κάποια στιγμή να εγκατασταθεί στην Ιταλία για να μάθει να φτιάχνει σπιτικά ζυμαρικά στο εργαστήριο του μπάρμπα -Τζιοβάννι. Εκεί γνώρισε έναν υδραυλικό από τη Ρώμη, τον Μαστροτζιάκομο, παντρεύτηκαν και έδωσαν απογόνους στην ιταλική κοινωνία. Ένας από τους απογόνους της, ο Τούρνος, έμελλε να γίνει ο μεγαλύτερος εχθρός του Αινεία (αλλά αυτό αφορά άλλη ιστορία).

2 Comments

  1. F. says:

    Απολαυστικό τουλάχιστον! 🙂 Καλή σου χρονιά!

    Liked by 2 people

    1. Ευχαριστώ πολύ 😊 καλή χρονιά με υγεία!

      Liked by 2 people

Leave a Comment

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s