Η Αρχοντούλα, ήταν από μικρή ένα ήσυχο κοριτσάκι, από αυτά όμως που όταν ενηλικιώνονται λες “Εμ, στα έλεγα εγώ, τα ήσυχα ποταμάκια να φοβάσαι!”. Είχε κάτι μακριές καστανόξανθες κοτσίδες, στρογγυλό πρόσωπο σαν λουκουμάς, δέρμα ροζουλί σαν τα φλαμίνγκο που βλέπουμε στις παραλίες και έναν χαρακτήρα τόσο ευγενικό που ήθελες να την αρχίσεις στα χαστούκια να συνέλθει. Δηλαδή, έλεος, πια! Η πολλή ευγένεια, το έχουμε ξαναπεί, καταντάει αηδία!
Στο σχολείο ήταν καλή μαθήτρια, και ως εκ τούτου πέτυχε και στο Πανεπιστήμιο. Σπούδασε εκεί σε μια σχολή για να πάρει ένα δίπλωμα να λέει κι αυτή κι οι γονείς της ότι κάτι έκανε. Ε, ξέρετε τώρα πως είναι οι επαρχιώτικες νοοτροπίες. Και μην ξεχνάτε ότι ήταν και καστανόξανθη…. Αλλά εσείς εστιάστε στο …ξανθό και σε ό,τι αυτό συνεπάγεται!
Ήσυχη φοιτήτρια (δηλαδή να τα γράφεις τώρα αυτά και από την τόση “ησυχία“ να κάνεις χαρακίρι…!), ζωγράφιζε και κάτι τοπιάκια στον ελεύθερο χρόνο της και νόμιζε ότι είχε γίνει ο Βαν Γκογκ, πήγαινε και στο Λύκειο Ελληνίδων να μάθει δημοτικούς χορούς και έπλεκε εν τω μεταξύ και την προίκα της, μπας κι εμφανιζόταν κανένα Θανάσης και τί θα έλεγε! Και επειδή ο Θανάσης αργούσε λίγο να φανεί, σου λέει “κάτσε να πιάσω μια δουλείτσα, να βγάζω κι εγώ το χαρτζιλίκι μου, μη με περάσει για καμιά άχρηστη”.
Μπορεί να ήταν λίγο κάπως η Αρχοντούλα, αλλά ήταν φιλότιμος άνθρωπος. Και πάντα με ένα χαμόγελο στο στόμα. Και σε συνδυασμό με το στρογγυλό της πρόσωπο ήταν σαν γελαστός λουκουμάς με μάτια!
Για να μην τα πολυλογούμε, έφτασε η ώρα που ήρθε κι ο Θανάσης. Τον είδε και στραβώθηκε από έρωτα η Αρχοντούλα (μα πόσο βόδια είναι μερικές, όμως, δεν λέγεται!), την πήρε αυτός με δόξα και τιμή, της χάρισε και ένα κουτσούβελο να έχει να παίζει όταν θα σχολούσε από τη δουλειά της, και έστησαν το σπιτικό τους. Ο Θανάσης, βαρετός, μούχλας και μουντρούχος μεν, αλλά με ενδιαφέρουσα δουλειά δε, έπρεπε να ταξιδεύει συχνά στην επαρχία. Έτσι, η Αρχοντούλα, που δεν είχε βγει μέχρι τότε από τα γεωγραφικά όρια της γειτονιάς της, κατάντησε σαν το ΚΤΕΛ να οργώνει όλη την Ελλάδα. Και το κουτσούβελο παρέα, εννοείται! Ενίοτε, προστίθονταν στην παρέα κανένας ξάδερφος, κανένας μπατζανάκης, κανένας κουμπάρος, ο μανάβης της γειτονιάς και, όταν έβρισκε λίγο ελεύθερο χρόνο, και η πεθερά!
Ο καιρός περνούσε, το κουτσούβελο μεγάλωνε, η Αρχοντούλα μούχλιαζε στην καθημερινότητα του οκταώρου, ο Θανάσης μουντρούχιαζε όλο και περισσότερο και η ζωή της οικογένειας κυλούσε σαν το ήσυχο ποταμάκι…. Βαριεμάρα, πλήξη και ανία.
Και έφτασε στα 45 της η Αρχοντούλα, και έβλεπε τους φίλους και τις φίλες της να χωρίζουν και να χαίρονται την ελευθερία τους, και κάπου έλεγε μέσα της “Γιατί ρε γαμώτο αυτοί κι όχι εγώ… Το κουτσούβελο μεγάλωσε, την δουλείτσα μου βρέξει χιονίσει την έχω, ε, όχι και να συνεχίσω να συναναστρέφομαι καθημερινά έναν Θανάση για όσα χρόνια μου μένουν!”.
Και έτσι, αποφάσισε να προβεί στην πιο επαναστατική κίνηση τής μέχρι τότε ήσυχης ζωής της και να …. παντρέψει τον Θανάση με άλλη. Το συζήτησε και με τη φίλη της την Ευπραξούλα, που δεν χαμπάριαζε από τέτοια, και αποφάσισαν να βάλουν μικρή αγγελία στον … Κήρυκα της Νέας Υόρκης, για να φύγει μια και καλή στην αλλοδαπή ο Θανάσης και να ησυχάσει η Αρχοντούλα από την αφεντιά του!
Προσφέρεται σε τιμή ευκαιρίας
“Ώριμος (προς το πολύ γινωμένο) κύριος, εκεί γύρω στα 50 (ηλικία που αρχίζει και βαράει τον άντρα στο κεφάλι και θέλει να γίνει Τσακ Νόρις αλλά άοπλος), με αραιωμένο κάπως το πίσω μέρος της γκρίζας κεφαλής του (αν και ο Μήτσος μας είπε ότι το περνάει το χρωμοσαμπουάν του), συμπαθητικός στην όψη, με καλή εργασία (καταφέρνει να πληρώνει όλους τους λογαριασμούς, φέρνει φαϊ στο σπίτι, πηγαίνει καμιά εκδρομή κάθε φορά που έχει εθνική επέτειο), προσφέρεται μισοτιμής σε κυρία – κάτοικο εξωτερικού οπωσδήποτε (να φύγει να μην τον ξαναδούμε!) – που ενδιαφέρεται σοβαρά για σχέση (γλάστρας!). Ο ίδιος δεν ζητάει τίποτε. Εμείς πάλι δίνουμε πολλά! Φριτέζα, ηλεκτρική σκούπα, σεμεδάκια κεντητά, πλυντήριο πιάτων και όλα τα έπιπλα του κήπου (πωλείται όπως είναι επιπλωμένος!). Την ημέρα του γάμου (στην αλλοδαπή) θα αποσταλεί και η υπόλοιπη προίκα, άσπρη και κολλαριστή από το καθαριστήριο! Μη μας περάσουν και για γύφτους τα συμπεθέρια!”.
Επί του παρόντος, συλλέγει προσφορές από την αλλοδαπή, αλλά το κακό είναι ότι οι περισσότερες ζητάνε τον Θανάση για ένα δίμηνο, για δοκιμή, και μετά θα προχωρήσουν, αν όλα πάνε καλά. Αυτά, όμως, είναι που φοβάται η Αρχοντούλα, γιατί η άλλη έχει μάτια και βλέπει! Και μέσα σε δύο μήνες θα τα δει όλα! Και άμα τα δεί τότε μην τον είδατε τον Παναή!
Διάφορες σκέψεις περνάνε, καθημερινά από το μυαλό της Αρχοντούλας, ως εναλλακτικές:
- Να τον υπνωτίσει, να τον κλείσει σε μια κασέλα και να τον στείλει ως ασυνόδευτο στην Αμερική.
- Να τον πετάξει στη θάλασσα να τον φάνε τα ψάρια.
- Να τον στείλει εθελοντή στην Ανταρκτική να ψάξει για πιθανή ύπαρξη γαρίδων και αστακών.
- Να τον βάλει μέσα στην διαστημική κάψουλα της ελληνικής Νάσα(ς) και να τον εκτοξεύσει στο φεγγάρι!!!
… Στενή μου γνώση να σ’είχα πρώτα …!
H αγγελία, όλα τα λεφτά!
Καλώς σε βρήκα!
LikeLiked by 2 people
Χαχα σε προσέλαβαν στο Κρεμλινο;; 😁
LikeLiked by 1 person
Ευχαριστώ 😊
LikeLiked by 2 people