Είχα την τύχη να την ανακαλύψω στους δύο πρώτους μήνες της ζωής μου. Ταξιδιώτισσα από κούνια, δηλαδή. Κάτι για το οποίο θα είμαι αιώνια ευγνώμων στους γονείς μου.
Εθεωρείτο, θεωρείται και θα θεωρείται πάντα ένα από τα καλύτερα κρυμμένα διαμάντια της Ελλάδας αλλά και του κόσμου. Την ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που οι ρόδες του καροτσιού που ήμουν τοποθετημένη, λόγω νεαρού ηλικίας, πάτησαν τον λιμάνι της, κατεβαίνοντας από το καράβι. Με κράτησε κοντά της για 5 ολόκληρα χρόνια. Στην παραλία της έκανα τα πρώτα μου βήματα. Στα ντόκια της έπαιζα κρυφτό και στη θάλασσά της έκανα το πρώτο μου μπάνιο. Στην άμμο της έμαθα να χτίζω καστράκια και στα τολ της πήγα νηπιαγωγείο.
Μου έμαθε να λατρεύω τα γλυκά, χαρίζοντάς μου το ωραιότερο προφιτερόλ που έχω φάει ποτέ στη ζωή μου. Με καθήλωσε με την τυρόπιττά της, χαρίζοντάς μου για πάντα όλες τις καμπύλες που έχουν τοποθετηθεί πάνω μου. Λάτρεψα τα λαχανικά, τα φρούτα και τα φρέσκα αυγά που η ντόπια κυρά Κυρατσούλα μας φίλευε κάθε μέρα σχεδόν.
Από το ένα μπαλκόνι του σπιτιού αντίκρυζα τη θάλασσα. Κατέβαινα τρέχοντας τα γραφικά σκαλοπάτια στα σοκάκια για να πάω στο λιμάνι. Από το άλλο, χάζευα την γειτονιά και την όμορφη εκκλησία δίπλα στο σπίτι.
Στην ταράτσα αυτού του σπιτιού στήθηκε η τηλεοπτική κεραία για την πρώτη τηλεόραση της ζωής μου.
Πρέπει να έχω γυρίσει όλες τις εκκλησίες και τα μοναστήρια της, διάσπαρτα σε όλη την επιφάνειά της. Η καθημερινή βόλτα ήταν στο Ένα.
Στις πλεχτές, με πλαστικό υλικό, καρέκλες των ζαχαροπλαστείων της είχα βυθιστεί αμέτρητες φορές στα “υποβρύχια” και στο ρυζόγαλο.
Κάθε μεσημέρι θα περνούσαμε απαραίτητα από τον φούρναρη στην πλατεία με το τεράστιο δέντρο να πάρουμε το ζεστό καρβέλι ψωμί.
Το απόγευμα, πάλι βόλτα στο λιμάνι και παιγνίδια στην άμμο με τα κουβαδάκια και τις τσουγκράνες.
Στο περίπτερο της πλατείας, δίπλα από το φαρμακείο, μου αγόρασαν το πρώτο τεύχος της Μανίνας και της Κατερίνας για να κάθομαι φρόνιμη.
Στις απόμερες παραλίες της μπήκα σε βάρκα για πρώτη φορά. Γαλάζια, μικρή, με δυό άσπρες γραμμές.
Τα νερά της είναι καταγάλανα, διάφανα, κρυστάλλινα, να τα πιείς στο ποτήρι. Άμμος, βότσαλα, πετραδάκια, οι παραλίες εναλλάσονται. Η ενδοχώρα είναι κατάφυτη, νομίζεις ότι είσαι σε κάποιο ορεινό μέρος. Το πράσινο σκεπάζει όλη τη γη της και τα δέντρα φτάνουν, στην κυριολεξία, δίπλα στο κύμα.
Όσο για τη Χώρα… Αχ, αυτή η υπέροχη Χώρα. Η ωραιότερη όλων. Που δεν χορταίνεις θα περπατάς στ’ ασβεστωμένα σοκάκια της.… Όλα σε μία μόνο λέξη – ΣΚΟΠΕΛΟΣ!