Η (ασυμμάζευτη) Φιλίτσα Φογκ ξανά στο κουρμπέτι (με την καλή έννοια, πάντα). Καιρό είχα να γράψω “ανταπόκριση” από την Ιστανμπούλ, έτσι δεν είναι; Τί να κάνω, όμως, ο κόσμος είναι μεγάλος, παιδιά μου, και τόσες χώρες με “καλούν”, ε, δεν μπορώ να γίνω και χίλια κομμάτια.
Λοιπόν, στην Ιστανμπούλ δεν έρχομαι ούτε για μνημεία, ούτε για ιστορίες, ούτε για γωτογραφίες στο Βόσπορο – έρχομαι γιατί εδω ζούν κάποιοι όμορφοι άνθρωποι, που χαίρομαι και εγώ αλλά χαίρεται και ο κόσμος όλος να τους βλέπει. Δεν έχει σημασία ποιοί είναι. Σημασία έχει ότι κάθε φορά που με καλούν, γίνομαι “πουλί” (με φτερά αεροπλάνου) και πετάω να τους συναντήσω. Να κάνουμε και κανένα practice εις την τουρκικήν, γιατί ποτέ δεν ξέρεις! Να μπορώ, τουλάχιστον, βρε αδερφέ, να πω ένα “merhaba kardeşler”, αν τυχόν και ξαναδημιουργηθεί κανένας “συνωστισμός”!
Ο Ιανουάριος είναι τελικά ο μήνας που ευνοεί το πέρασμά μου από τη γειτονική μεγαλούπολη. Κισμέτ, θα μου πείτε… Maybe, αλλά who cares?
Τι διαφορετικό έχει κάθε φορά η πόλη, από την προηγούμενη; Τίποτε. Όλα είναι ίδια, άντε να έχει χτιστεί καμιά καινούργια γεφυρούλα από αυτές που τόσο αρέσουν στους γείτονες, να έχει υψωθεί κανένας ακόμη ουρανοξύστης, να έχει χτιστεί ακόμα ένα τζαμάκι, να έχουν γίνει διάφορες κακές ενέργειες (τί είχες Γιάννη, τί είχα πάντα, δηλαδή). Κατά τα άλλα, κυκλοφοριακό χάος, όπως πάντα, στο φόρτε του (κλασσικά δύο ώρες σχεδόν από το αεροδρόμιο στην πόλη), ευγενικότατη συμπεριφορά από τα καρντάσια επίσης στο φόρτε της (δεν μπορώ να πω, μόνο τεμενάδες που δεν μου κάνουν…), ομορφιές ιστορικές στη θέση τους (προς το παρόν), ο κυρ-ιμάμης να βάζει δεκαπέντε φορές την ημέρα τις φωνές (μωρέ χαρά στο κουράγιο του), τα σουσαμένια κουλούρια κάθονται αναπαυτικά στα καροτσάκια των μικροπωλητών της Ιστικλάλ και ο Βόσπορος συνεχίζει να κυλάει. Όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα τα ίδια μένουν!
Α, ναι τώρα θυμήθηκα κάτι που αυτή τη φορά έχει αλλάξει. Μου το θύμησαν κάποιοι φίλοι που τους το είχα συστήσει αλλά τελικά δεν το βρήκαν. Πρόκειται για ένα μικρό μαγαζάκι, το οποίο πλέον έχει κλείσει, κάπου στη συνοικία Μπεσίκτας, που λεγόταν Pando (από το όνομα του ιδιοκτήτη του, ο οποίος πρέπει να είναι, αν ζεί, κάπου μεταξύ 500 και 1000 ετών). Εκεί λοιπόν που λέτε είχα δοκιμάσει πρώτη φορά στη ζωή μου καϊμάκι! Καλά, όποιος με ξέρει τί μίζερος άνθρωπος είμαι με το φαϊ, θα καταλάβει αμέσως την έκφραση του προσώπου μου βλέποντας να “προσγειώνεται” μπροστά μου ένα πιατάκι με καϊμάκι. Κι όμως, αδέρφια μου-αλήτες-πουλιά, σας πληροφορώ ότι το έφαγα όλο (μικρό πιατάκι ήταν, ηρεμήστε), γιατί τσιμπολογώντας το σε μία ακρούλα του μαχαιριού, ανακάλυψα ότι θύμιζε βούτυρο Κερκύρας, και επειδή όπως ξέρουμε αγαπώ την Κέρκυρα και το βούτυρό της το λατρεύω, ήρθε και έδεσε!
Ας αφήσουμε όμως τα βούτυρα-έλαια-λίπη και ας επανέλθουμε στο ταξίδι στην αλλοδαπή Ιστανμπούλ.
Όποιος φτάνει στο διεθνές αεροδρόμιο της τουρκικής συμπρωτεύουσας, γνωρίζει τί πάει να πει να στέκεσαι στην ουρά, σαν φίδι, για να περάσεις από τον έλεγχο των διαβατηρίων. Καημό το έχω μια φορά να πάω και να τελειώσω σε κανένα δεκάλεπτο… Στην καλύτερη των περιπτώσεων (και πριν, αλλά πολύ περισσότερα μετά από όλα αυτά που έχουν γίνει τελευταία), θέλεις ταπεράκι με κεφτεδάκια και στάση στου Λεβέντη για την αναμονή στην ουρά, κανένα δίλιτρο μπουκάλι νερό και υπομονή όνου για να φτάσεις κάποια στιγμή στον μουρτζούφλη αστυνομικό που σε κοιτάει αμίλητος, ακούνητος, αγέλαστος (ας του πει κάποιος ότι αυτό το παιχνίδι το παίζαμε στο δημοτικό, τώρα πλέον μεγαλώσαμε και πρέπει να γίνουμε πιο κοινωνικοί). Και ουφ, περνάω και βγαίνω στην έξοδο όπου με περιμένει ένας ατελείωτος κίτρινος στόλος από ταξί. Καλημερίζω ευγενικά τον οδηγό, με καλημερίζει και αυτός με ένα “merhaba hanım efendi” (αυτό το χανούμ εφέντη, ρε παιδιά, πολύ μ΄αρέσει, με κάνει να αισθάνομαι σαν τη Σεχραζάντ στις “Χίλιες και μία νύχτες” – ο οδηγός του ταξί, βέβαια, καμία σχέση με τον γοητευτικό Ονούρ, για την κακή μου την τύχη… μάλλον σε Μήτσο από τη λαχαναγορά του Ρέντη μου κάνει… αλλά τέλος πάντων, μην είμαστε και πλεονέκτες) και μπαίνω στο όχημα για να με μεταφέρει στον τόπο διαμονής μου. Οι ταξιτζήδες παντού οι ίδιοι, αναλύουμε όλη την κατάσταση του μεταναστευτικού μόλις μαθαίνει ότι είμαι Ελληνίδα, τα τελευταία γεγονότα στη γείτονα, περνάμε στο πόσες φορές έχω επισκεφθεί την πόλη, γιατί, αν μ΄αρέσει, τί μ΄αρέσει, κλπ. Στο τέλος θα μου ζητούσε και το χέρι μου, αλλά φτάσαμε στον προορισμό και δεν πρόλαβε! Ενας έρωτας που έμεινε ωμός!
Τί μπορεί να δεί κανείς στην Ιστανμπούλ μέσα σε ένα μόνο σαββατοκύριακο; Πολλά, πάρα πολλά, αρκεί να έχει όρεξη να περπατάει από τις 7 το πρωί μέχρι τις 12 το βράδυ (όπως οφείλει κάθε σοβαρός τουρίστας που σέβεται τον εαυτό του) και να μην σκέφτεται συνέχεια το στομάχι του και πως θα το γεμίσει με σουβλακοκεμπάπ (πίφι, πίφι, πίφι….). Όποιος θέλει να φάει να κάτσει σπίτι του. Εδώ ήρθαμε για να περπατήσουμε και να δούμε.
Η βόλτα μας θα περιλάβει αυτή τη φορά το Μπεσίκτας και το Ετιλέρ.
Εντάξει, τα έχουμε περπατήσει δεκάδες φορές όλα αυτά, αλλά τέλος πάντων κάτι πρέπει να κάνουμε μια και είμαστε εδώ.
Στο Μπεσίκτας, χαζεύουμε τις βαρκούλες που κουνιούνται στην προκυμαία και τα πλοία που ανεβοκατεβαίνουν. Κάποια στιγμή, θέλουμε να μπούμε και λίγο στο πνεύμα της σουλτανικής μεγάλης ζωής και πεταγόμαστε για ένα κυριλάτο απογευματινό καφεδάκι μετά γλυκού καρύδας στο Cirağan Palace. Λίγο γκλάμουρ το έχουμε ανάγκη σε αυτή τη ζωή η οποία όπως πολύ καλά γνωρίζουμε όλοι θέλει και κάποια καλοπέραση, n’est-ce pas?
Στο Ετιλέρ, το μεσημέρι, θα φάμε μαμαδίστικα στον όμορφο κήπο εξαιρετικής φίλης και μαγείρισσας (μπορείτε ελεύθερα να σκάσετε από τη ζήλια σας), θα κάνουμε κοινωνική ανάλυση, κοινώς ντεντικοντού ή ελληνιστί κουτσομπολιό (με την καλη έννοια και πάντα με αγάπη), θα πιουμε τα καφεδάκια μας και το αφεψηματάκι για χώνεψη.
To βράδυ θα χαζέψουμε την φωτισμένη πόλη και τις γεφυρούλες του Βόσπορου από το ρουφ γκαρντεν γνωστού ξενοδοχείου. Καλά που υπάρχουν και τα ξενοδοχεία να σερβίρουν κανένα κρασάκι και κανένα αλκοόλ, αλλιώς θα κόβαμε φλέβες! (άντε, ρε Ρετζέπ, με τα κολλήματά σου και τις κακές σoυ συνήθειες, ταλαιπωρείς τον κόσμο και το στομάχι του)
Με αυτά και με αυτά φτάνει και η μέρα της αναχώρησης. Σύντομο το ταξίδι ίσα ίσα για να ευχαριστηθούμε πρόσωπα και χαμόγελα. Το απόγευμα θα μαζέψουμε το μικρό μας τσαντάκι, να δώσουμε από δύο μεγάλα σβουριχτά φιλιά στους όμορφους της πόλης, και θα πάρουμε το δρόμο για το αεροδρόμιο και την επιστροφή στον βορρά.
Σύντομα κοντά σας με έναν άλλο προορισμό
Με αγάπη,
Φιλίτσα χανούμ