Η ιστορία του παστίτσιου είναι πραγματικά αυτό που λέει το όνομά του: μια ανακατωσούρα και ένα μπέρδεμα. Προέρχεται από την Ιταλία (χώρα γνωστών ανακατεμάτων). Οι γείτονες Ιταλοί όταν θέλουν να περιγράψουν ένα μπέρδεμα, ένα ανακάτεμα χρησιμοποιούν την έκφραση “che pasticcio!”.
Δεδομένου ότι οι δύο λαοί χαρακτηρίζονται ως “una faccia una razza”, το παστίτσιο “κρεμάστηκε” ως λαθρομετανάστης σε ένα καράβι που διέσχιζε την Αδριατική και με ένα σάλτο “αποβιβάστηκε” στην Ελλάδα μέσω βεβαίως των Ενετοκρατούμενων Ιονίων Νήσων.
Εδώ, η θρυλική Ελληνίδα μάνα, το έκανε σύμβολο της μαμαδίστικης κουζίνας που όλοι μας λατρεύουμε, με τα χοντρά του μακαρόνια και με την υπέροχη βελούδινη σπιτική μπεσαμέλ, που του πρόσθεσε στην πορεία ο αγαπητός κος Ν. Τσελεμεντές, πατέρας της νέας ελληνικής κουζίνας. Και έτσι το παστίτσιο απέκτησε και αυτό (όπως ο μουσακάς) το ελληνικό του διαβατήριο και θεωρείται πλέον επίσημα και με τη βούλα Έλλην πολίτης και δεν δέχεται αμφισβήτηση από κανένα! Οι “απόγονοί” του, έχουν ριζώσει με τις δικές τους παραλλαγές ο καθένας, στην Κέρκυρα, στα Κύθηρα και αλλού.
Στο παστίτσιο, τα ζυμαρικά, το κρέας, οι σάλτσες, τα τυριά, γίνονται όλα ένας αχταρμάς. Και για να καλυφθεί αυτός ο “χαμός” διακοσμούνται με παχιές στρώσεις μπεσαμέλ που τα “βάζει” στη θέση τους μια και καλή. Χρωματίζονται με τριμμένο τυρί σαν “σκεπή” στην μπεσαμέλ και είναι κομψά και ευπαρουσίαστα.
Όμως το λατρεμένο όλων παστίτσιο είναι πολύ μπερδεψιάρικο, γιατί o όρος “pasticcio” συναντάται επίσης στη μουσική, στη λογοτεχνία, στην αρχιτεκτονική, στη ζωγραφική. Εννοείται δηλαδή ένα έργο τέχνης που έχει ως βάση του προηγούμενα έργα. Ξέρετε, αυτό που σήμερα στα ελληνικά λέμε “clopy paste” ή “γίνεται της ανωμαλίας”!
Αν το καλοσκεφτούμε, ότι και να σημαίνει ο όρος το αποτέλεσμα είναι το ίδιο, γιατί το “ανακατεμένο παστίτσιο είναι ένα πραγματικό έργο τέχνης (γαστρονομικής)”! Έχει την ιταλική του φινέτσα ανακατεμένη με την ελληνική τσαχπινιά και λεβεντιά! Και παρόλο που η γέννηση της ονομασίας, και ως φαγητό και ως τέχνη, χρονολογείται από τα τέλη του 17ου αι., δεν έχει χάσει τίποτε από την μουσική αρχοντιά και την νοστιμάδα της.
Το παστίτσιο ως πιάτο, σήμερα, το συναντάμε σε διάφορες χώρες της Μεσογείου, πλην Ελλάδος, στην Κύπρο (όπου αποκαλείται “μακαρόνια φούρνου”), στη Μάλτα (γνωστό ως Timpana, χωρίς μπεσαμέλ, και τυλιχτό σε λεπτό φύλλο) και στην Αίγυπτο (με το όνομα Macaroni Béchamel, al-makarūnah al-bashāmīl, και φτιάχνεται με πέννες).
Βλέπετε, λοιπόν, ότι δεν είναι τυχαίος ο συσχετισμός μουσικής και… παστίτσιου, αφού η μουσική (όπως και ο έρωτας- στην συγκεκριμένη περίπτωση για το παστίτσιο) περνάει από το στομάχι 🙂
Ένα ζεστό και λαχταριστό κομμάτι παστίτσιο παρέα με μια ωραία χωριάτικη σαλάτα και δεν μένει ούτε μπουκιά!