Οι μακρινές και όχι τόσο οικείες και γνωστές χώρες της Λατινικής Αμερικής γίνονται όλο και συχνότερα οι τόποι επιλογής για τους πρόσφυγες της Συρίας που εγκαταλείπουν τη χώρα τους.
Από την αρχή του εμφυλίου πολέμου το 2011, και σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπατης Αρμοστίας του ΟΗΕ, περίπου 7 εκ. είναι οι εκτοπισμένοι στο εσωτερικό της χώρας. Σε μία χώρα 23 εκ. περίπου κατοίκων, το 50% έχει υποχρεωθεί να εγκαταλείψει τις εστίες του. Οι πρόσφυγες που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα ανέρχονται σε περισσότερους από 3 εκ., ενώ όπως σημειώνουν οι διάφορες εκθέσεις ο αριθμός είναι σίγουρα μεγαλύτερος δεδομένου ότι εκατοντάδες χιλιάδες έχουν εγκαταλείψει τη χώρα και δεν έχουν καταγραφεί κάπου ως πρόσφυγες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις διάφορων οργανισμών ο αριθμός αυτός τείνει να πλησιάσει και τα 5-6 εκ. Οι χώρες που επιλέγονται ως κύριος προορισμός είναι οι γειτονικές Λίβανος, Τουρκία και Ιορδανία (με τον Λίβανο να έχει δεχθεί πάνω από 1,5 εκ. πρόσφυγες – ο αριθμός των προσφύγων στην Τουρκία πλησιάζει τις 900.000 και στην Ιορδανία τις 700.000 – με το 50% τουλάχιστον αυτών να ζει σε δραματικές συνθήκες και ο μεγαλύτερος αριθμός να είναι παιδιά).
Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, ο συριακός προσφυγικός πληθυσμός είναι πλέον ο δεύτερος μεγαλύτερος παγκοσμίως μετά τον παλαιστινιακό προσφυγικό πληθυσμό. Το οικονομικό κόστος για την βοήθεια των προσφύγων είναι τεράστιο – μέχρι τώρα η βοήθεια έχει ανέλθει στα 5 δις δολάρια, ενώ εκτιμάται ότι θα χρειαστούν πάνω από 3 δις επιπλέον μέχρι τις αρχές του 2015. Δεδομένων αυτών των αριθμών η Υ.Α. δηλώνει ότι αυτή η επιχείρηση σωτηρίας προσφύγων είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία της.
Αν και το όνειρο των περισσότερων προσφύγων από τη Συρία είναι να βρουν άσυλο στην Ευρώπη ή στις ΗΠΑ, διάφορες χώρες της Λ.Α. όπως η Ουρουγουάη, η Βραζιλία, η Χιλή, η Κολομβία, η Αργεντινή και η Βενεζουέλα είναι μεταξύ αυτών όπου επιλέγουν να διαφύγουν. Παρότι ο αριθμός των προσφύγων που έχουν διαφύγει στην Λατινική Αμερική σύμφωνα με τις εκθέσεις των διεθνών οργανισμών δεν ξεπερνά τις 5.000, θεωρείται ότι θα αυξηθεί κατά πολύ στους επόμενους μήνες δεδομένης της δραματικής κατάστασης στη Συρία, η οποία δεν πρόκειται να παρουσιάσει καμία εκτόνωση, ίσως για χρόνια, όπως αναφέρουν αλλά και του γεγονότος ότι η Ευρώπη δεν διαθέτει τους μηχανισμούς βοήθειας, απορρόφησης και ενσωμάτωσης όλων των προσφύγων (Η Σουηδία και η Γερμανία έχουν δεχθεί περισσότερους από τους μισούς πρόσφυγες που έχουν ζητήσει άσυλο στην ΕΕ, ενώ η Βουλγαρία, η Ελλάδα, η Ελβετία και η Ολλανδία βρίσκονται επίσης μεταξύ αυτών που δέχονται μεγάλο αριθμό προσφύγων στην Ευρώπη).
Να αναφέρουμε ότι η περιοχή της Λατινικής Αμερικής ιστορικά έχει δεχθεί μεγάλα μεταναστευτικά κύματα καθώς και αιτούντων χορήγησης πολιτικού ασύλου (η Αργεντινή και η Βραζιλία είναι οι χώρες στις οποίες κατά το παρελθόν, έβρισκαν καταφύγιο και πολιτικό άσυλο χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες από την Ευρώπη για να γλυτώσουν από τους εμφυλίους πολέμους-Ισπανία, Πορτογαλία- και τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο-πολλοί εβραίοι της Ευρώπης μετανάστευσαν κατά χιλιάδες στην Αργεντινή (Όμως αυτές οι χώρες κατηγορήθηκαν για την ανεκτικότητα και τη παροχή ασύλου και σε δικτάτορες και ναζιστές εγκληματίες οι οποίοι τις έβρισκαν ιδανικό μέρος για να κρυφτούν και να “εξαφανιστούν”).
Η σχέση της Συρίας με την Λατινική Αμερική δεν είναι καινούργια. Σήμερα επαναλαμβάνεται κατά κάποιο τρόπο αυτό που έπραξαν οι πρόγονοί των σημερινών προσφύγων, κατά χιλιάδες, όταν η χώρα αποτελούσε μέρος της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Κυρίως από τα τέλη του 19ου αι. και μέχρι την πτώση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η περιοχή της Νότιας Αμερικής υποδέχθηκε εκατομμύρια μετανάστες από τη Συρία οι οποίοι ανήκαν κυρίως στις θρησκευτικές μειονότητες των ορθοδόξων και καθολικών χριστιανών, ενώ ένα μικρότερος μέρος τους προήλθε από Σιίτες, Αλεβίτες και Δρούζους). Η μετανάστευση ενισχύθηκε και στις νεώτερες περιόδους λόγω των διαφόρων εμφυλίων πολέμων και συρράξεων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Λόγω του οθωμανικούς τους παρελθόντος “λάμβαναν” όλοι στη νέα τους πατρίδα την προσωνυμία “τούρκοι” (turcos). Aκόμη και σήμερα, είναι πολύ σύνηθες στην Λατινική Αμερική, πολίτες με αραβικές ρίζες ή προγόνους να τους αποκαλούν “ο τούρκος” (el turco) κάτι το οποίο πλέον ηχεί με χαριτωμένο τρόπο και δεν έχει την αρνητική έννοια του παρελθόντος.
Η μεγαλύτερη συριακής (και λιβανικής) καταγωγής κοινότητα στη Ν. Αμερική βρίσκεται στη Βραζιλία, περίπου 7 εκ. άτομα έχουν συριακές/λιβανέζικες ρίζες και καταγωγή, ενώ η δεύτερη μεγαλύτερη είναι στην Αργεντινή με σχεδόν 4 εκ. άτομα, περίπου δηλαδή το 10% του πληθυσμού της χώρας (ένας εξ αυτών ήταν και ο πρώην πρόεδρος της χώρας Carlos Menem). Η Βενεζουέλα και η Κολομβία έχουν επίσης σημαντική κοινότητα η οποία υπολογίζεται σε 500.000 άτομα σε κάθε μία από αυτές τις χώρες.
Το πείραμα υποδοχής και επανεγκατάστασης προσφύγων από τη Συρία στην περιοχή ξεκινά με την Ουρουγουάη που αποτελεί αυτή τη στιγμή το καλύτερο “παράδειγμα” στην περιοχή σχετικά με αυτό το θέμα. Η Ουρουγουάη με πληθυσμό 3,5 εκ. κατοίκους, είναι η πρώτη χώρα της Λατινικής Αμερικής που προσφέρει πλήρη επανεγκατάσταση σε πρόσφυγες σύμφωνα με την Υ.Α του ΟΗΕ. Ο Πρόεδρος της χώρας José Mujica, δήλωσε ότι η χώρα του είναι έτοιμη να εντάξει πλήρως και να παράσχει κάθε τύπο ανθρωπιστικής βοήθειας σε 120 πρόσφυγες (εκ των οποίων το 60% είναι παιδιά – προτεραιότητα για την επιλογή δόθηκε σε ορφανά τα οποία θα ταξιδέψουν με έναν συγγενή τους και σε οικογένειες με πολλά παιδία ώστε να μείνουν μαζί και να μην χωριστούν). Περίπου μισοί από αυτούς αναμένεται να εγκαταλείψουν τα στρατόπεδα προσφύγων στο Λίβανο όπου βρίσκονται και να φτάσουν στην Ουρουγουάη στο τέλος Σεπτεμβρίου. Το δεύτερο γκρουπ θα φτάσει νωρίς στις αρχές του 2015. Όπως δηλώθηκε από το γραφείο του Προέδρου της Ουρουγουάης, ο αριθμός είναι πολύ μικρός αν σκεφτεί κανείς τα εκατομμύρια των προσφύγων που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα. Αντιπροσωπεία από την Ουρουγουάη, βρίσκεται στο Λίβανο όπου σε συνεργασία με την Πρέσβειρα της χώρας εκεί αλλά και τις υπηρεσίες της Υ.Α. του ΟΗΕ προχωρούν όλες τις σχετικές διαδικασίες. Προτεραιότητα είναι να μπορέσουν να εγκαταστήσουν τις οικογένειες των προσφύγων σε διάφορες περιοχές όπου θα μπορούν τα παιδιά να παρακολουθούν κανονικά το σχολείο μαθαίνοντας παράλληλα την ισπανική γλώσσα και την κουλτούρα και τις ιδιαιτερότητες της χώρας και ταυτόχρονα να μπορούν να εργασθούν οι γονείς σε διάφορες ασχολίες, κυρίως στον αγροτική και αλιευτικό τομέα.
Όσον αφορά στις άλλες χώρες της περιοχής, μέχρι στιγμής, η Αργεντινή προωθεί και οργανώνει την υποδοχή προσφύγων που έχουν ζητήσει πολιτικό άσυλο, ενώ η Κολομβία και η Βραζιλία έχουν υποδεχθεί μεμονωμένους πρόσφυγες. Ο ακριβής αριθμός σε καμία από αυτές τις χώρες δεν είναι γνωστός δεδομένου ότι υπάρχει έλλειψη οργάνωσης στην καταγραφή πινάκων με όσα μεμονομένα άτομα φτάνουν στις χώρες, οπότε τα επίσημα νούμερα που ίσως υπάρξουν θα είναι πολύ μικρότερα των πραγματικών.
Η Βραζιλία, έχει ξεκινήσει πρόγραμμα παροχής βίζας σε όσους πρόσφυγες από τη Συρία κάνουν αίτηση για βίζα ώστε να υπαχθούν στο “καθεστώς προσφύγων” όταν φτάσουν στη χώρα. Πάνω από 5.000 βίζες έχουν εκδοθεί μέχρι στιγμής.
Η Υπατη Αρμοστία του ΟΗΕ χαιρέτησε πολύ θετικά την ανταπόκριση αυτών των χωρών της Λατινικής Αμερικής για να υποδεχθούν στο έδαφός τους Σύριους πρόσφυγες (και να δώσουν ελπίδες ζωής και επιβίωσης στους ανθρώπους που προσπαθούν να ξεφύγουν από τη βία και το θάνατο), δεδομένου ότι οι γειτονιές χώρες της Συρίας είναι πλέον αδύνατον να δεχθούν μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων έχοντας ξεπεράσει τα αριθμητικά όρια υποδοχής λόγω των κυμάτων προσφύγων που λαμβάνουν καθημερινά και προέτρεψε και τις υπόλοιπες χώρες της Λατινικής Αμερικής να κάνουν το ίδιο δεδομένης της δραματικής κατάστασης.